Στις καλοήθεις παθήσεις του μαστού που αποτελούν και τη συντριπτική πλειοψηφία, δεν απαιτείται τίποτα παραπάνω από διαβεβαίωση και παρακολούθηση της ασθενούς.
Στην περίπτωση των κύστεων που αποτελούν το συνηθέστερο εύρημα του προληπτικού ελέγχου, η παρακολούθηση στα πλαίσια του προληπτικού ελέγχου είναι η ενδεδειγμένη, ενώ παρέμβαση, συνήθως παρακέντηση αυτών απαιτείται μόνο αν η κύστη είναι μεγάλη ή φλεγμαίνει και προκαλεί συμπτωματολογία, συνήθως πόνο.
Τα νεανικά ιναδενώματα, επίσης πολύ συνηθισμένα, μία στις τέσσερις γυναίκες εμφανίζει ιναδένωμα μαστού, απλά παρακολουθούνται. Ένδειξη χειρουργικής αφαίρεσης, τίθεται στην περίπτωση επιθυμίας της ασθενούς ή αν τα ιναδενώματα έχουν ...
Διαβάστε περισσότεραΣτις καλοήθεις παθήσεις του μαστού που αποτελούν και τη συντριπτική πλειοψηφία, δεν απαιτείται τίποτα παραπάνω από διαβεβαίωση και παρακολούθηση της ασθενούς.
Στην περίπτωση των κύστεων που αποτελούν το συνηθέστερο εύρημα του προληπτικού ελέγχου, η παρακολούθηση στα πλαίσια του προληπτικού ελέγχου είναι η ενδεδειγμένη, ενώ παρέμβαση, συνήθως παρακέντηση αυτών απαιτείται μόνο αν η κύστη είναι μεγάλη ή φλεγμαίνει και προκαλεί συμπτωματολογία, συνήθως πόνο.
Τα νεανικά ιναδενώματα, επίσης πολύ συνηθισμένα, μία στις τέσσερις γυναίκες εμφανίζει ιναδένωμα μαστού, απλά παρακολουθούνται. Ένδειξη χειρουργικής αφαίρεσης, τίθεται στην περίπτωση επιθυμίας της ασθενούς ή αν τα ιναδενώματα έχουν τέτοιο μέγεθος ή θέση στο μαστό, που προκαλούν συμπτώματα όπως άλγος ή δυσμορφία.
Η μαστίτιδα, η φλεγμονή δηλαδή του μαστού, εμφανίζεται συνήθως κατά τη διάρκεια της λοχίας και απαιτεί αγωγή με αντιφλεγμονώδη και αντιβίωση.
Η νόσος του Mondor, η επιπολής θρομβοφλεβίτιδα του μαστού, εμφανίζεται σε περιπτώση υποκείμενης θρόμβωσης, ή μετά από χειρουργείο ή ακτινοθεραπεία στο μαστό και αντιμετωπίζεται με αντιφλεγμονώδη αγωγή και εφαρμογή θερμών επιθεμάτων.
Η γυναικομαστία που εμφανίζεται σε ένα ποσοστό 30-50% του πληθυσμού των αντρών, αποτελεί καλοήθης κατάσταση που οφείλεται στην υπεροχή της δράσης των οιστρογόνων έναντι των ανδρογόνων. Συνήθως εμφανίζεται στην εφηβεία και υποχωρεί μέχρι το 25ο έτος της ηλικίας, ενώ άλλοτε υποχωρεί με την αντιμετώπιση του εκλυτικού αιτίου (φάρμακα, υποκείμενη παθολογία, παχυσαρκία).
Στην περίπτωση της αδένωσης, που αποτελεί μια κατάσταση υπερπλασίας του μαζικού αδένα, δεν απαιτείται τίποτα παραπάνω από παρακολούθηση στα πλαίσια της πρόληψης.